Η απελευθέρωση από το τραύμα: Ιστορία της Σάρας
Υποθετική Ιστορία-που σίγουρα πολλοι/ες θα βρουν ένα κομμάτι δικό τους.
Η Σάρα, 45 χρονών μετά από χρόνια ψυχοθεραπείας, αναγνωρίζει ότι θέλει πολύ να κάνει σχέσεις, θέλει συντροφικότητα αλλά νιώθει ότι ελκυεί τους συναισθηματικά μη διαθέσιμους άντρες. Βρίσκει άντρες που θα την εγκαταλείψουν. Ήταν πάντα εκείνη που προσπαθούσε για την σχέση με συνέπεια πολλές φορές να αφήνει τον εαυτό της αφρόντιστο, παρακάτω, και στο τέλος ένιωθε ένα αντικείμενο εκμετάλλευσης ή μία άγονη χώρα καθώς με όποιον άντρα έμπλεκε, κάπως εκείνος θα εγκατάλειπε.
Στις σχέσεις έμπαινε πολύ γρήγορα με μία αίσθηση δέσμευσης, χωρίς να δώσει το χώρο και τον χρόνο στην εαυτή της να δεί αν απολαμβάνει, αν περνάει καλά, αν έχει δώσει χρόνο και χώρο να γνωρίσει και τον άλλο απέναντί της και πάντα έμπαινε δίνοντας πολλά ώστε ο άλλος να τα ευχαριστιέται και να μην «την αφήσει ποτέ».
Στην βαθιά της θεραπεία, ήξερε μετά από καιρό γιατί συνέβαινε αυτό: στις πρωταρχικές σχέσεις με τους γονείς και τα πρόσωπα φροντίδας είχε ανώριμα συναισθηματικά φροντιστές, που την άφηναν εκτεθειμένη και μόνη να αναλάβει πρακτικά και συναισθηματικά την εαυτή της και ποτέ δεν ήταν εκεί για εκείνη. Η Σάρα όμως πάντα προσπαθούσε για την σχέση με την οικογένεια: ποτέ δεν θύμωνε, πάντα προσπαθούσε να τους κάνει να κινητοποιηθούν και να πάρουν βοήθεια και πάντα (βασικά μέχρι να συνειδητοποιήσει πράγματα) τους «κουβαλούσε» και ένιωθε υπεύθυνη για την φροντίδα τους.
Όταν τα πράγματα πήγαιναν καλά, ένιωθε καλά και μάλλον ότι εκείνη τα είχε κάνει καλά. Όταν όμως δεν πηγαίνανε, εκείνη έβρισκε μόνο την εαυτή της- ως παντοδύναμη και υπερυπεύθυνη- αιτία αποτυχίας και το άτομο που πάντα έπρεπε να δουλέψει, να αλλάξει, να κάνει κάτι. Και αυτό αναβίωνε και στις ερωτικές σχέσεις με τους συντρόφους. Έβρισκε άντρες μη διαθέσιμους, που ενώ ήθελαν την παρέα της και την θαύμαζαν, στα δύσκολα ή μάλλον… όταν ερχόταν η πραγματικότητα και η ροή μιας σχέσης, εκείνοι με ποικίλους τρόπους, έφευγαν (θα μιλήσουμε μετά για αυτόν τον τύπο σχετίζεσθαι).
Χρόνια με τα χρόνια, απογοήτευση στην απογοήτευση, δράμα με το δράμα, τραύμα με το τράυμα, η Σάρα κάποτε συνέδεσε τις τελείες και έβγαλε ένα νόημα ολικό. Κατάλαβε γιατί οι άνθρωποι όχι που τυχγάνουν αλλά οι άνθρωποι που επιλέγει να επενδύσει ενέργεια ήταν άνθρωποι μπερδεμένοι, άνθρωποι που δυσκολεύονταν με την δέσμευση, άνθρωποι που ζορίζονταν στην πραγματικότητα και ήθελαν το εύκολο, που ένιωθαν ότι δεν μπορούν. Έκλαψε πολύ, πένθησε πολύ, απογοητεύτηκε πολύ. Και ο δρόμος ήταν ένας δύσκολος δρόμος και μακρύς.
Εν καιρώ, η Σάρα έκανε τις συνδέσεις με την βαθιά της ιστορία και τους πρωταρχικούς φροντιστές και έγινε εκείνη παρούσα στην ζωή της, γινόμενη εν καιρώ ο γονιός για το μικρό παιδί που δεν είχε. Που ήταν στοργική, τρυφερή, διεκδικητική, επιβεβαιωτική, έβαζε όρια, δεν έριχνε ευθύνες όταν τα πράγματα δεν πήγαιναν καλά και ίσως ευθύνονταν άλλοι, που ένιωθε συμπόνια. Που είχε έναν κόσμο με σχέσεις με άνθρωπους που μιλούσε και μοιραζόταν. Που είχε κοντινές σχέσεις αλλά δεν την πρόδιδαν και δεν την άφηναν. Που μπορούσε να θέτει όρια, να μην είναι συνέχεια διαθέσιμη, που δυσαρεστούσε και οι άλλοι δεν έφευγαν- όπως μάθαινε εν καιρώ κάποτε και διαλυόταν, αλλά έμεναν και έχτιζαν με την επικοινωνία πετραδάκι- πετραδάκι το κάστρο μίας ώριμης συναισθηματικά σχέσης.
Η Σάρα στα 45 της, είχε ζήσει πολλά. Δεν είχε βρεί ακόμη τον άντρα που θα συντρόφευε ενήλικα στη ζωή της. Αλλά μπορούσε πλέον να έχει την Σάρα και να μην την αφήνει για όποιον δεν ήθελε να είναι στην ζωή της με ένα όψιμο τρόπο. Η Σάρα δεν ένιωθε πλέον δέσμια του παρελθόντος, αλλά ενός παρόντος με επιλογές. Και κυρίως της επιλογής ανάμεσα στο τράυμα και την επούλωση. Είχε τις αγωνίες της αλλά ήθελε να ζήσει. Ήταν πλέον μία φωτεινή γυναίκα, με ελπίδα, προοπτική και κυρίως με αυτοσεβασμό και αυτοφροντίδα.
Η Σάρα πλέον ξέρει ότι δεν είναι εγκλωβισμένη στο τραύμα του παρελθόντος και μπορεί να προχωράει μπροστά. Ήθελε να περνάει όμορφα, να έχει μία ωραία ζωή και έναν ενήλικο άνθρωπο μπροστά της. Τελικά είχε γίνει ένας άνθρωπος με απαιτήσεις και προσδοκίες από κάτι παρόμοιο ψυχοσυναισθηματικά με εκείνη και διέγραφε γρήγορα ότι ανισότιμο τη προ(σ)καλούσε στην ζωή της.
Αυτό το κείμενο είναι αφιερωμένο στους ανθρώπους που έχουν βιώσει συναισθηματική εγκατάλειψη, μία βαθιά τραυματική εμπειρία και παλεύουν να γειάνουν ξανά και να βρούν μία σχέση που δεν θα τους προδώσει. Είναι εκείνοι που στις ερωτικές σχέσεις βιώνουν φόβο εγκατάλειψης και ξοδεύουν εαυτό για να είναι μία σχέση καλά, δουλεύοντας για δύο. Είναι όμως εκείνοι που πρέπει να φροντίσουν το πονεμένο εαυτό και να μάθουν να τον αγαπάνε και να μην τον εγκαταλείπουν, ώστε να έρθουν να συμβαδίσουν και οι άλλοι μαζί τους.
Ο φόβος της εγκατάλειψης πηγαίνει στον πυρήνα ότι οι άνθρωποι φοβούνται ότι θα χάσουνε την αγάπη και το «αντικείμενό» της. Επειδή οι ερωτικές σχέσεις αποτελούν ίσως το πιο πρόσφορο έδαφος μέσα στο οποίο μπορεί να αναπτυχθεί η συναισθηματική εγγύτητα και οικειότητα με τον άλλο, ενέχουν, ως εκ τούτου, και περισσότερο κίνδυνο για τα άτομα, αν βαθιά μέσα τους φοβούνται ότι δεν θα τους αγαπήσουν ή θα χάσουνε το πρόσωπο που αγαπάμε.
Το μήνυμα είναι αυτό: με δουλειά φτιάχνεται και αυτό είναι το ελπιδοφόρο της ψυχοθεραπείας και των ανθρώπινων σχέσεων όταν και υπάρχει η διάθεση και το περιβάλλον είναι γόνιμο για φροντίδα. Όμως θέλει μεράκι, δέσμευση και υπομονή. Τίποτα δεν γίνεται γρήγορα.
Από: Χριστίνα Πανταζή
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου