H ψυχοθεραπεία και η πολιτική της διάσταση

 


«Όταν βλέπω τον άνθρωπο, νιώθω αισιόδοξη. Όταν βλέπω τον κόσμο παγκόσμια νιώθω απαισιόδοξη…» Αυτή είναι μία από τις απαντήσεις που νιώθω με αυθεντικότητα και ειλικρίνεια ότι με βρίσκει στις ψυχοθεραπευτικές συνεδρίες (και στην ζωή μου συνολικά), ιδίως το τελευταίο διάστημα όταν ξεκινάνε οι συνεδρίες και με ρωτάνε οι άνθρωποι στο «πως είμαι». Φράση την οποία έχω δανειστεί από τον ψυχοθεραπευτή Carl Rogers, ένας από τους εκπροσώπους της ανθρωπιστικής προσέγγισης στην ψυχοθεραπεία και με βαθιά ενσυναισθητική στάση.

Όλο και περισσότεροι άνθρωποι πλέον φέρνουν τις πολιτικές, κοινωνικές, περιβαλλοντικές, οικονομικές ευρείες εξελίξεις στα θεραπευτικά μας γραφεία. Με έμμεσο ή άμεσο τρόπο. Για αρκετούς θα είναι ένα θέμα που θα αφορά ενεργά την ζωή τους και θέλουν να βρουν τον χώρο να επεξεργαστούν βαθύτερα στον ψυχοθεραπευτικό χώρο, να συνδεθούν με την προσωπική τους ιστορία ώστε να βγάλει «και ένα νόημα» στο πως λειτουργούν, σκέφτονται και αισθάνονται και εν τέλει να βρουν την δική τους θέση στον κόσμο.

 Για πολλούς από αυτούς σε αυτές τις πολιτικές και κοινωνικοοικονομικές συνθήκες  και ταυτόχρονα ραγδαίες τεχνολογικές αλλαγές, αναδύεται συνήθως ένας έντονος φόβος, αγωνία και διάλυση της αίσθησης ασφάλειας, μία διάχυτη αίσθηση ανημποριάς ή/και μία ενοχή που θα θέλανε να κάνουν περισσότερα και δεν μπορούν.

 Θα είναι συνθήκες ευρείας κλίμακας που θα αφορά τους πολέμους που διακυβεύονται και κλιμακώνονται δημιουργώντας μία έντονη αίσθηση ανασφάλειας και φόβου που μπορεί να προκαλέσει και σε αρκετούς συμπτωματολογία αγχωδών και άλλων  εκδηλώσεων . Θα είναι η επίδραση των τεχνολογικών εξελίξεων και των AI συστημάτων που αγχώνουν κόσμο στο που θα φτάσει η χρήση των ανθρώπων από μηχανές και τι μπορεί να συμβεί σε μία μελλοντική καταστάση στην ζωή των ανθρώπων. Ή θα είναι οι έντονες περιβαλλοντικές καταστροφές και αλλαγές που θέτουν σε μεγάλες κρίσεις την ανθρωπότητα και αγωνίες για το πως θα ζούμε.

Θα έρχονται όμως και ειδικότερες συνθήκες που τους επηρεάζουν περισσότερο άμεσα και στο εδώ και τώρα όπως οι πυρκαγιές στην Ελλάδα που πλέον έχει γίνει μία οριακά συνήθη κατάσταση τα τελευταία καλοκαίρια ή κοινωνικές μεταβολές σε δικαιώματα ομάδων που επηρεάζουν έντονα και γεμίζουν αγωνία όπως π.χ τα δικαιώματα των τρανς ατόμων, τα έμφυλα ζητήματα και πως επιδρούν αρνητικά στους άντρες και τις γυναίκες (η πιο διευρυμένα στις θηλυκότητες και αρρενωπότητες), ή το πως θα υποστηριχτούν οι άνθρωποι (και οι συγγενείς τους) που αντιμετωπίζουν σοβαρά θέματα με εξαρτήσεις την ίδια στιγμή που το κράτος λαμβάνει αποφάσεις και υπεισέρχεται σε ραγδαίες αλλαγές στα θεραπευτικά προγράμματα που θα επηρεάσουν πολύ και την κουλτούρα στην θεραπευτική αντιμετώπιση γενικά των εξαρτήσεων (που γίνεται όλο και πιο συρρικνωμένη και εστιασμένη στην μείωση βλάβης και όχι στην ολική και βαθιά βιοψυχοκοινωνική αντιμετώπιση της εξάρτησης) αλλά και στην θεραπεία των ανθρώπων που ήδη βρίσκονται ή θα βρεθούν στο μέλλον με αίτημα την φροντίδα.

Ή πολύ απλά θα είναι αυτό που στην Ελλάδα βιώνει ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού κάθετα και οριζόντια, άμεσα και έμμεσα: την ακρίβεια στα προϊόντα και στο στεγαστικό, τους μισθούς, τον πληθωρισμό, την φτωχοποίηση, την διάλυση της δημόσιας υγείας, πρόνοιας, τις αυθαιρεσίας, την μεγάλη φορολογία και πολλά ακόμη που δυσχεραίνουν την συνολική αίσθηση της υγείας του πολίτη, έχοντας να αντιμετωπίσει και ένα βαθύ αίσθημα ματαίωσης.

Μπορεί να αφορά και  για το πιο διαδεδομένο πολιτικό και κοινωνικό σύμπτωμα του καπιταλισμού και της ελέυθερης αγοράς: την βαθιά επίδραση της εμμονής με την υπερεργασία, με την συνεχόμενη αύξηση παραγωγικότητας, με την ενοχή για την ξεκούραση και απόλαυση, με την όλο και αυξανόμενη σχέση με την ταλαιπωρία και την δυσκολία των ανθρώπων να μάθουν να φροντίζονται και εν τέλει…να επιβιώνουν μαθαίνοντας να είναι περισσότερο δούλοι παρά αφέντες των ζωών τους και εγκλωβισμένοι στις αρχές του σύγχρονου καπιταλιστικού προτύπου.

Την ίδια στιγμή ενώ όλα αυτά διακυβεύονται στις συνεδρίες ή σε εποπτικές συναντήσεις μεταξύ θεραπευτ(ρι)ών που μοιράζονται παρόμοιες σκέψεις και εμπειρίες και αλληλοστηρίζονται, η εικόνα στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης από επαγγελματίες ή από φορείς είναι μία άλλη πραγματικότητα.

Αρκετές φορές οι περισσότεροι θεραπευτές/τριες και φορείς είναι αποκομμένοι/ες από την κοινωνικής και πολίτική πραγματικότητά ή προσπαθούν να φέρουν το στοιχείο «της ουδετερότητας» - που κάποτε ήταν είτε για τον χώρο της ψυχανάλυσης είτε και για την συστημική, στην πρώτη κυβερνητική, ως ένα στοιχείο σημαντικό για την θεραπευτική συνθήκη, με τα χρόνια, τις πολιτικές και κοινωνικές αλλαγές και την επίδραση των ακτιβιστικών και κοινωνικών συλλογικών αντιδράσεων η ψυχοθεραπεία και η στάση των θεραπευτ(ρι)ων άλλαξε για να συμπεριλάβει και την πράξη της ψυχοθεραπείας στην ουσία ως «έναν θεσμό», μία σχέση που χρειάζεται να φροντίσει το άτομο, από κάποιο που θα αναλάβει την φροντίδα του.

 Ένα άτομο που φέρει μία ιστορία και φέρει και διάφορες έμφυλες, κοινωνικές, οικονομικές ταυτότητες και τοποθετείται βάση αυτές στο πόσο προνομιούχο ή όχι είναι. Φροντίδα που χρειάζεται να δοθεί και συνυπολογίζει τόσο στην ιστορία του ατόμου τις πολιτικές, κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες στις οποίες γαλουχήθηκε αλλά και φροντίδα στις εκάστοτε κοινωνικοπολιτικές συνθήκες στις οποίες στην παρούσα κατάσταση μεγαλώνει και προχωρά.

Έχουμε στο νου μας ότι οι άνθρωποι έρχονται στα γραφεία μας για προβλήματα που σχετίζονται πάντα με σχέσεις: σχέσεις με τον εαυτό, σχέσεις με τους σημαντικούς άλλους, σχέσεις στην δουλειά, σχέσεις με τις αξίες και τις πολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες που έχουν γαλουχηθεί και επηρεάζονται κάθετα και οριζόντια, άμεσα και έμμεσα.

Και ο τελικός στόχος της θεραπείας δεν είναι μόνο να φύγουν τα προβλήματα ή τα συμπτώματα αλλά κυρίως: σε μία μεταμορφωτική αλλαγή, εξέλιξη και εν τέλει σε έναν μετασχηματισμό του ανθρώπου που θα συμβάλλει ευρύτερα σε ένα κοινωνικό και συλλογικό μετασχηματισμό αντιλήψεων, θεωρήσεων, στάσεων, συμπεριφορών, πρακτικών που αγγίζουν μέχρι και τις εκάστοτε κοινωνικές, οικονομικές και πολιτικές συνθήκες.

Γιατί χρειάζεται να δούμε αν η ψυχοθεραπεία είναι μόνο να «φύγει το σύμπτωμα» ή αν τελικά η ψυχοθεραπεία είναι προέκταση του αιτήματος μίας γενικότερης υγείας/ εξυγίανσης και σύνδεσης που φέρνει το άτομο στο χώρο φροντίδας για να φροντιστεί και τελικά η επίγνωση της ιστορίας και της προσωπικής αλλά και χρονικά κοινωνικοπολιτικά που τοποθετείται είναι και εκείνο ένα μέρος επίγνωσης και κα επέκτασης μία συνειδητής θέσης και κατάστασης ενηλικότητας στο πώς θέλει να κατευθύνει και να κατευθυνθεί η δράση και η ζωή του/της εφεξής, .

Συνεπώς όσο μιλάμε για τους ανθρώπους που προσέρχονται στα γραφεία με αίτημα την φροντίδα, δεν μπορούμε να παραλείπουμε τους ανθρώπους που την προσφέρουν και αυτές/οι είναι θεραπεύτριες/οι. Χρειάζεται να ξέρουν τις καταβολές τους τόσο το προσωπικό βίωμα όσο και τις ταυτότητες που έφερναν και φέρνουν (είναι ταξικές; φυλετικές; Υγείας; έμφυλες; κ.ο.κ). Που θέτει και την κουβέντα για την  όλο και περισσότερο συζητημένη έννοια της διαθεματικότητας, που ήρθε από θεωρίες στο πεδίο της Κοινωνιολογίας και αφορά άμεσα και το πεδίο και την επιστήμη της Ψυχολογίας και την παρουσία στην ψυχοθεραπευτική πρακτική.

Οι διαθεματικές προσεγγίσεις στην κοινωνιολογική ανάλυση εξετάζουν τις διασταυρώσεις διαφορετικών κοινωνικών κατηγοριοποιήσεων, όπως του φύλου, της φυλής, της τάξης, του έθνους κ.α. κατά τις διεργασίες παραγωγής της κοινωνικής ανισότητας και καταπίεσης. Παρ’ όλο που η μελέτη των κοινωνικών ανισοτήτων, ως σύνθετο πλέγμα σχέσεων αποκλεισμού και προνομίων, συνιστά βασική θεματική της Κοινωνιολογίας, η οπτική της διαθεματικότητας μόνο σχετικά πρόσφατα υιοθετήθηκε ως αποτέλεσμα της διευρυμένης επιρροής της φεμινιστικής θεωρίας και πρακτικής στην κοινωνιολογική έρευνα κατά τις τελευταίες δεκαετίες του 20ου αιώνα.

Η διαθεματικότητα αποδίδει στα ελληνικά τον αγγλικό όρο “intersectionality”, που χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά το 1989 από την αμερικανίδα καθηγήτρια του ∆ικαίου Kimberle Crenshaw, προκειμένου να περιγράψει τις διασταυρούμενες και αλληλεξαρτώμενες διακρίσεις που υφίστανται οι μαύρες γυναίκες τόσο λόγω του φύλου/σεξισμού όσο και λόγω της φυλής/ρατσισμού. Στη συνέχεια, η οπτική της διαθεματικότητας εξαπλώθηκε σε ένα ευρύ πεδίο των κοινωνιολογικών ερευνών. Η διαθεματική οπτική αξιοποιείται πλέον στη μελέτη των σύγχρονων φαινομένων ρατσισμού και κοινωνικού αποκλεισμού που αναδύονται στις κοινωνίες του ύστερου καπιταλισμού και της παγκοσμιοποίησης.

 Και αυτό γιατι το πολιτικό υπεισέρχεται πάντα στην θεραπεία. Αρχικά η θεραπεία είναι ένας θεσμός: Έχει δεοντολογία. Έχει κανόνες, σκοπούς, και έχει μία αρχή μέσα και τέλος. Υπάρχει μία καθαρή διάκριση στο ποιος έχει το ρόλο να παρέχει φροντίδα και ποιος να τη λάβει- κάτι που υποχρεούνται να μαθαίνουν και να εποπτεύουν οι πάροχοι φροντίδας και όχι οι λήπτες που έρχονται να την μάθουν. Είναι σχέση. Και μέσα σε αυτή την σχέση είναι δύο και περισσότερα άτομα που φέρνουν και εκείνα διάφορες διαστραυρώμενες ταυτότητες από διάφορα έμφυλα και κοινωνικοοικονομικά και πολιτικά πεδία. Είναι κάτι που και μέσα στο χώρο της θεραπείας το πολιτικό θα συνυπάρχει. Είτε με την δομή της ψυχοθεραπείας είτε και με το περιεχόμενο των βιωμάτων που θα φέρνει το άτομο.

Για να γίνει κατανοητό ας πούμε ένα εξής παράδειγμα στο πως μπορεί να υπερσέρχεται το πολιτικό στην ψυχοθεραπεία: Αν ένας θεραπευτής έχει προέλθει από μία ανώτερη κοινωνικοοικονομική τάξη και έρχεται στο χώρο για φροντίδα ένας άνθρωπος από την εργατική τάξη, που δυσκολεύεται οικονομικά, που βιώνει ταλαιπωρίες μέσα στα πολλά και από τις ποικίλες οικονομικές και πολιτικές μεταβολές σε μισθούς, εργασιακά κτλ, είναι ένα θέμα προς αναγνώριση από το θεραπευτή.

 Αρχικά της μη ταύτισης και κατεπέκταση ότι για τον άνθρωπο οι συνθήκες εκείνες είναι επιβαρυντικές και θέλουν αναγνώριση για να δουν σε ένα επόμενο στάδιο τι θέλει το άτομο και τι χρειάζεται σε αυτά να πράξει ή να αποδεχτεί (και συνεπώς να νιώσει πιθανά την ματαίωση, το πένθος, την ελπίδα, την αγάπη και πολλών άλλων καταστάσεων) σε μία βάση βάση περιορισμών και δυνατοτήτων. Σε μία βάση που θα είναι για αυτό/η επουλωτική και όχι επανα-τραυματική. Δεν γίνεται κάποιος να αναιρέσει την γενικότερη πραγματικότητα που ζει αυτός ο άνθρωπος ή πόσο μάλλον να την «ρίξει πάνω του» μονομερώς – για να θυμηθούμε και το κομμάτι της ατομικής ευθύνης που λίγο πολύ είναι ένα τρεντ για να μην λαμβάνουν ευθύνες και ευρύτερες δομές εξουσίας και να ενοχοποιείται το άτομο.

Αυτό είναι ένα από τα παραδείγματα που καταδεικνύουν ότι ως θεραπευτριες/ες έχουμε και εμείς ευθύνη. Να γινόμαστε επιστήμονες που σημαίνει αρχικά να δουλεύουμε με βάση επιστημονικά δεδομένα και δεοντολογίες, να αμφισβητούμε και να αναζητούμε ή να έχουμε κριτική και διερευνητική στάση όμως αν νιώθουμε ότι πλήττεται ο ανθρώπινος σεβασμός και αξιοπρέπεια ,να εκπαιδευόμαστε συνεχώς , να δουλεύουμε με τον εαυτό μας, να διευρύνουμε ορίζοντες και να μαθαίνουμε επειδή όλοι έχουμε έρθει από συγκεκριμένα βιώματα και πολιτικοοικονομικές συνιστώσες, που αυτό φέρνει μία αποδοχή ότι έχουμε ένα συγκεκριμένο σετ τρόπου βίωσης και αντίληψης της πραγματικότητάς μας.

 Και πάνω σε αυτό δεν γίνεται να μην έχουμε υπόψιν – έστω αμυδρά, κανείς δεν ξέρει τα πάντα άλλωστε; πόσο κοστίζει ψυχικά (και σωματικά, πνευματικά κτλ) οι συνέπειες του σύγχρονου καπιταλισμού, της πατριαρχίας, των ανισοτήτων ή θέματα που αφορούν το περιβάλλον, ή να μην γνωρίζει σε ποια ακριβώς χώρα βρισκόμαστε και πως ζουν οι περισσότεροι άνθρωποι γύρω μας, ασχέτως αν βιώνουμε την ίδια ή μία άλλη αρχή της πραγματικότητας.

Το πολιτικό είναι ένα υπερσύστημα που επηρεάζει με πολλούς τρόπους της κοινωνικές, τις οικογένειες και το ίδιο το άτομο. Το επηρεάζει και σε επίπεδο υγείας και κυρίως ψυχικής. Και όταν υπεισέρχονται αιτήματα στην θεραπεία και έρχονται και οι πολιτικές εκφάνσεις, αντιλήψεις, στερεοτυπίες, που φέρνουν συναισθήματα ντροπής, θυμού, ενοχής, θλίψης και πολλά άλλα βιώματα είναι αδύνατον οι πάροχοι φροντίδας  να μπορέσουμε να φροντίσουμε κάποιον αν δεν έχουμε πρώτα οι πάροχοι φροντίδας την άισθηση και μία βασική γνώση στην τελική: σε πόσο ταυτόχρονους κόσμους μπορεί να ζούμε με πολλές ταυτόχρονες αλήθειες και βιώματα. Και το νοιάξιμο για το τί γίνεται γύρω μας- άλλοτε σε μεγάλη και παγκόσμια κλίμακα και άλλοτε σε πιο περιορισμένη κλίμακα στην χώρα μας- είναι ένα μεγάλο θεραπευτικό εργαλείο για να μπορέσουμε να προσεγγίσουμε την όποια πραγματικότητα φέρνει κάποιος μέσα στα θεραπευτικά μας γραφεία.

 

Από: Χριστίνα Πανταζή

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις