Ο ρόλος των μοιρολογιών στην διεργασία της θλίψης της απώλειας

 



       Θα θυμάμαι ότι ήμουν πρώτη ή δευτέρα γυμνασίου όταν πέθανε η γιαγιά μου , η η οπόια διέμενε σε ένα μικρό χωριό της Βοιωτίας. Ήταν ένα πολύ αγαπημένο πρόσωπο που βασικά είχε αναλάβει την κύρια "γονεική" ανατροφή εμένα και των αδερφών μου όταν οι γονείς δουλεύανε για να μας θρέψουν. Θα θυμάμαι κυρίως την ημέρα της κηδείας και την ώρα που την είχαν σε φέρετρο μέσα στο σπίτι. εγώ παρατηρούσα από το δίπλα δωμάτιο της γιαγιάδες να φτιάχνουν ένα σωρό περίτεχνα και ηχηρά μοιρολόγια που να λένε πράγματα για την ιστορία της ζωής της, για το πόσο καλή και μεγαλόκαρδη ήταν τόσο με την οικογένεια όσο και με την μικρή κοινότητα του χωριού, πόσο φροντιστική και άλλα τόσα με σπαραχτική φωνή. Σπαραχτικά μοιρολόγια σαν ποιήματα ή έντονα δραματικοί τόνοι  για το ότι δεν θα την είχαν άλλο στη ζωή τους αλλά και θα έχαναν άλλα τόσα μελλοντικά πράγματα που χάθηκαν μαζί της.

      Αυτό όμως που κυρίως θα θυμάμαι ήταν η δική μου στάση σε αυτό που έβλεπα. Γέλαγα. Και γέλαγα και τρανταχτά , σχεδόν σπαστικά με νευρικότητα. Το θεωρούσα πολύ περίεργο σκηνικό και αλλόκοτο. Σχεδόν υπερβολικά θεατρικό και ενώ ήμουν τόσο καταβεβλημένη γιατί η ήταν μια μητρική παρουσία, θα θυμάμαι ότι εκείνη τη μέρα δεν μπόρεσα να την θρηνήσω. Μου φαινόταν σχεδόν χαζό , δραματικό χωρίς λόγο. Έλεγα δεν μπορεί οι άνθρωποι να θλίβονται πραγματικά έτσι. Θα έπρεπε  να είναι βουβοί σαν και μένα, σκεφτόμουν. Στην κηδεία δεν έχυσα ούτε ένα δάκρυ. Που να ήξερα ότι το πένθος θα έρχοταν σταδιακά, πονηρά και αθόρυβα , στα επόμενα χρόνια της ζωής μου και την έλλειψη θα την κατανοούσα μόνο πολύ μετέπειτα όταν θα αντιλαμβανόμουν την πραγματική έννοια και διεργασία της θλίψης και του πένθους...

      Με αφορμή αυτή την αφήγηση στοχάζομαι την έννοια των μοιρολογιών  καθώς ήρθα σε επαφή με το βιβλίο του Γιώργου Κανακάκη "Βλέπω τα δάκρυά σου" από τις εκδόσεις Libro.  Έχω περιγράψει σε ένα προηγούμενο άρθρο το πως συναντήθηκα με αυτό το βιβλίο κατεβαίνοντας μία μέρα από τα Εξάρχεια πριν πολλά χρόνια όταν το βρήκα σχεδόν πεταμένο σε τιμή 1 ευρώ κάπου σε ένα περίπτερο και το αγόρασα σχεδόν διαισθητικά. Και πως αυτό το βιβλίο έχει συμβεί να με συντροφεύει παντού , που έχει αποτελέσει έναν συνοδοιπόρο στη ζωή μου. Δυστυχώς είναι εξαντλημένο και ελπίζω κάποια στιγμή κάποια εκδοτική να το επαναφέρει, διότι κάνει μια εξαιρετική και πολύπλευρη προσέγγιση σε ζητήματα θλίψης και πένθους. 

     Ο Γιώργος  Κανακάκης , ο ίδιος μουσικός καλλιτέχνης (απόφοιτος της Μουσικής Σχολής του Μονάχου  και της μουσικής Ακαδημίας  Darmstadt )και μετέπειτα ψυχοθεραπευτής Gestalt και διδάκτορας του Πανεπιστημίου Έσσεν της Γερμανίας, εκπόνησε μια μακροχρόνια έρευνα πάνω στα τελετουργικά έθιμα των μυρολογιών εστιάζοντας στο τόπο του, την Μάνη (Θέμα: Επεξεργασία πένθους με πένθιμα τελετουργικά). Παρακολούθησε πλείστες κηδείες και μνημόσυνα και επεξεργάστηκε σε βάθος την έννοια των τελετουργικών και δη των μοιρολογιών στην διεργασία του πένθους τόσο για εκείνων που βίωναν την απώλεια ως λυτρωτική μέθοδο όσο και τα θετικά που είχε στην ευρύτερη κοινότητα με το να έρχονται οι άνθρωποι "λίγο πιο κοντά".

     Αναφορικά με την ετυμολόγία της λέξης , η λέξη μοιρολόι λέγεται ότι έχει , κυρίως, δύο πιθανές ετυμολογικές εκδοχές : 1) μύρομαι , που σημαίνει "κλαίω, θρηνώ, διαμαρτύρομαι" 2) από την λέξη μοίρα που σημαίνει "πεπρωμένο".  Λέγεται ότι εμφανίστηκαν με την σημερινή ή πρόσφατη μορφή τους κάπου το 14ο αιώνα. Όταν μιλάμε για μοιρολόγια,  ουσιαστικά εννοούμε τραγούδια θλίψης. Ένα είδος νεοελληνικής ποίησης, μια ειδική τέχνη δημοτικού τραγουδιού.  Ο Κανακάκης ενισχύει και στηρίζει την ετυμολογική προέλευση της λέξης "μυρολόι" και όχι "μοιρολόι" καθώς το συνδέει με την έκφραση της θλίψης  και του θρήνου.

    Ο Γιώργος Κανακάκης, με την ιδιότητά του και  την γνώση ενός μουσικού μας πάει ένα βήμα πιο πέρα για να μας δώσει να καταλάβουμε περισσότερο τι είναι ακριβώς αυτά τα μοιρολόγια αλλά και με την ιδιότητα του ψυχοθεραπευτή να μας κάνει να πάμε ένα βήμα πιο πέρα στο πως συντελούσα αυτές οι τελευτουργίες στην έκφραση του πένθους , της θλίψης και πως συντελούσαν στην συναισθηματική και ψυχική υγεία των πενθούντων αλλά και της κοινότητας. Αποτελούν ποιήματα, είναι εκτενείς επιτάφιοι ύμνοι με σταθερό στιχουργικό μέτρο. Τα τραγουδούν αυτοσχεδιάζοντας χωρίς προπαρασκευή και κάθε φορά επινοούνται νέες μελωδίες και κείμενα κατά τη διάρκεια του τελετουργικού της θλίψης. 

    Πρόδρομοι των μοιρολογιών ήταν ο θρήνος, ο γόος και ο κομμός και μας είναι γνωστά από την αρχαία ελληνική παράδοση. Ο θρήνος ήταν ένα είδος μη λογοτεχνικής, καμιά φορά μάλιστα και μη διαρθρωμένης , διαμαρτυρίας για τον θάνατο.  Και τις τρεις μορφές τις συναντούμε στις αρχαίες τραγωδίες των γνωστών ποιητών. Είναι μια πράξη , σε κάθε περίπτωση, αποχαιρετισμού και κάθαρσης.

     Στο βιβλίο του δεν θα έλειπε μία εκτενή περιγραφή και για τα πρόσωπα, που συνήθως ήταν γυναίκες, οι "μοιρολογίστρες". Όχι ότι δεν υπήρχαν και άντρες αλλά η πιο εμφανή εξήγηση που μπορεί να δοθεί είναι ότι οι γυναίκες ήταν (΄όπως και ακόμη είναι κοινωνικά) πιο οικειοποιήμενες με την έκφραση των συναισθημάτων και δη των συναισθημάτων θλίψης. Τις περιγράφει ως γυναίκες που έχουν μια προσωπικότητα με ευαισθησία, ικανές να κάνουν διαφοροποιήσεις, εξασκημένες στο να αντιλαμβάνονται τα πράγματα, προικισμένες με μια εύκαμπτη ευσυγκινησία. Γυναίκες που μέσα από τη πλούσια δημιουργική τους ενέργεια δίνουν την εικόνα του ολοκληρωμένου ανθρώπου. Ο Κανακάκης τις περιγράφει τις μοιρολογίστρες ως "προστάτες της υγείας" που με τη συμπεριφορά τους απαλλάσσουν τους παρισταμένους από την ανάγκη να παίρνουν χαπάκια, αντικαταθλιπτικά και να περνούν μεγάλα διαστήματα σε κλινικές. 

    Η δομές των θρηνητικών αυτών τραγουδιών δεν είναι καθορισμένη γιατί τα πάντα εξαρτώνται από το άτομο που θρηνεί αλλά συνοψίζεται σε τρία σημεία πρόλογος- ανάπτυξη της επίκαιρης περίπτωσης και επίλογος. Σε εκείνα τα μοιρολόγια εκφράζονται ποικίλα πράγματα και συνθήκες: συνθήκες του θανάτου, επίκληση του νεκρού από εκείνους που θρηνούν,  διάλογος και "εξήγηση", επίλυση τυχών διαφορών, έκφραση παραπόνων, κατηγορίες ή επαίνους. Ένας αποχαιρετισμός ολοκληρωτικός. Μέσα από την δική του μακροχρόνια έρευνα παρακολουθώντας πένθιμα τελετουργικά αναφέρει χαρακτηριστικά ότι " ...μου δόθηκε η δυνατότητα να διαπιστώσω πως οι άνθρωποι που βρίσκονταν οι ίδιοι σε βαριές κρίσεις θλίψης μπορούσαν στα πλαίσια του τελετουργικού να επεξεργαστούν το πόνο τους. Σιγά σιγά κατάλαβα ότι τα μυρολόγια  ήταν μία πηγή με πλούσιες και πολύ παλιές , χιλιάδων ετών, εμπειρίες επαφής του ανθρώπου με την απώλεια..."

   Στο βιβλίο παραθέτει και ακόμη περισσότερα και λεπτομερή στοιχεία τόσο για τη διαδικασία ενός πένθιμου τελετουργικού όσο και πιο 'τεχνητά' στοιχεία των μοιρολογιών. Ωστόσο ο Κανακάκης καταλήγει στο πως αυτή η κατα τα άλλα καθαρτήρια τελετουργική μέθοδος, τα μοιρολόγια - που το έγραφε αυτό το βιβλίο το 1989!- έτειναν στην εποχή του να εξαφανιστούν χωρίς όμως να αντικατασταθούν με άλλα πιο σύγχρονα τελετουργικά. Ένα τελετουργικό που υπάρχει χιλιάδες χρόνια εξαφανίζεται , ένα τελετουργικό που από τις παμπάλαιες εποχές δοκιμάσθηκε και επιβεβαιώθηκε θαυμάσια σε εποχές κρίσης. που έκανε δυνατή την δύσκολη καθημερινή αντιπαράθεση και τον συμβιβασμό με τον θάνατο, τις επιθανάτιες στιγμές και τη θλίψη της απώλειας. Λέει μάλιστα εν έτη 1989 - και αυτό μοιάζει σα να μιλάει εν έτη 2021- ότι "σήμερα που μεγάλες κοινωνικές ομάδες βρίσκονται σε επίκαιρες και μόνιμες κρίσεις απώλειας, χρειαζόμαστε, επειγόντως καινούργιους τρόπους παροχής αλληλεγγύης και συναναστροφή των ατόμων από κοινού , που βοηθούν να υπερνικηθούν οι κρίσεις και που ταυτόχρονα προάγουν την υγεία"

     Εν έτη 2021 αυτό το βλέπουμε ήδη: πενθούμε μόνοι, απομονωμένοι, βουβοί. Η θλίψη είναι θέμα καθαρά ιδιωτικό και έχει ημερομηνία λήξης. Παρατηρούμε ότι οι περισσότεροι άνθρωποι είναι στοιβαγμένοι σε μεγάλες μεγαλουπόλεις, χωρίς την ουσιαστική έννοια της κοινότητας, της γειτονιάς, της σύνδεσης. Η θλίψη και η απώλεια είναι μέρος της ζωής μας . Μόνο να σκεφτούμε και παρατηρήσουμε  τα τελευταία δέκα χρόνια στην Ελλάδα της κρίσης πόσες απώλειες κοινωνικά, πολιτικά, οικονομικά κλτ έχουμε αντιμετωπίσει και με ποιο τρόπο τόσο ως σύνολο, κοινωνικά έχουμε επιλέξει να διεργαστούμε την απώλεια όσο και ατομικά, θα μας κάνει νόημα αυτό που θέλει να μας πει ο Κανακάκης το 1989. Και η πιο φοβερή είναι η όλη κατάσταση με την εκδήλωση του κορονοιού που έχει προκαλέσει άλλες τόσες μεγάλες και μικρές απώλειες: η αδυναμία των ανθρώπων που έχουν χάσει έναν άτομο από κορονοιό να τον αποχαιρετήσουν. Η απώλεια εργασίας πολλών ανθρώπων από τις ριζικά μεταβαλλόμενες συνθήκες. Η ραγδαία μεταβολή του τρόπου ζωή μας με τις διαδοχικές καραντίνες. Η δυσκολία της επαφής και της αγκαλιάς. Η μοναξιά και η αποξένωση πολλών ανθρώπων που δεν μπορούσαν ή ίσως δεν μπορούν να δουν τα αγαπημένα τους πρόσωπα ιδίως τις περιόδους της καραντίνας. Ιδίως τα τελευταία χρόνια μαστιζόμαστε από απώλειες που δεν έχουν βρεθεί τα αντίστοιχα τελετουργικά πένθους για να μπορέσουμε να αποφορτιστούμε, να ανακουφιστούμε, να απελευθερωθούμε. 

       Αλλά ο Κανακάκης, μας μιλά στο βιβλίο ότι ανέκαθεν σε όλες τις περιόδους της ζωής των ανθρώπων κυριαρχούμε η θλίψη, η απώλεια και το πένθος σαν την άλλη πλευρά του νομίσματος που βρίσκεται η ζωή, η χαρά, ο ενθουσιασμός και τα υπόλοιπα θετικά συναισθήματα και καταστάσεις. Μιλά για το πως επίσης οι δυτικές κοινωνίες με την ανύψωση και την "θεοποίηση" της λογικής, των επιστημών και της διανόησης υποτίμησαν ή έχασαν την επαφή με το ψυχικό και συναισθηματικό κόσμο και την διαίσθηση και η θλίψη, η απώλεια , και ο θάνατος ως μια γενικότερη έννοια κρύφτηκαν σε ντουλάπια που οι άνθρωποι αντιμετωπίζουν μόνοι και βουβά.

     Γυρνώντας πίσω στην ανάμνηση μου , έχοντας εκτιμήσει την έννοια της θλίψης, της απώλειας και του πένθους καλύτερα και πιο βαθιά,  ξαναβλέπω και αναστοχάζομαι το μοιρολόι ως διεργασία του πένθους και θυμάμαι την ανάμνηση μου πολύ διαφορετικά: γυναίκες που θρηνούσαν γοερά και θλίβονταν. Οι άνθρωποι μέσα σε αυτούς και η οικογένειά μου- που ήταν κοντά και αγκαλιασμένοι πάνω από το φέρετρο να κλαίνε. Ο αποχαιρετισμός που λάμβανε πραγματικά χώρο για ένα αγαπημένο πρόσωπο τόσο για την οικογένεια όσο και για την μικροκοινότητα που άφηνε πίσω. 



ΜΟΙΡΟΛΟΓΙ (από το βιβλίο) 

(απόσπασμα)


                                                                               (1) Θειούλα καλημέρα σου                                                                                                                     

με όλη τη παρέα σου


Τι κάνεις και πως τα περνάς

για δεν ζητάεις τίποτα


(5) Για ένα σού προσφέρουμε

θειούλα μου , γιατρεύτηκες


Κι εμείς για να ξεγνοιάσουμε

θειούλα δεν ανησυχείς


(9) Για παιιδά για εγγόνια σου

όπου μας απαρνήθηκες


Για δε μας επεθύμησες

όπου σου μάνα σπλαχνική


Ει και θειούλα άριστη

τώρα μας έγινες σκληρή


( 15) Εκεί στον Άδη τον πικρό

και με το θείο μου μαζί


Εγώ θειούλα μου χρυσή

πολύ σας έχω υστερηθεί


Και δεν πάω στο σπίτι σας

γιατ΄έχασα τα χάιδα μου


( 21) Και την αγάπη , τη στοργή

όπου μου δίνατε εσείς


Θειούλα μου δεν με ρωτάς

που ήρθα από το Πειραιά


(25) Θεία τι κάνουν τα παιδιά

τα εγγόνια του τ' αγαπητά...

(συνεχίζεται)








Βιβλίο: Βλέπω τα δάκρυά σου. Γιώργος Κανακάκης. Εκδόσεις Libro


*πίνακας : "Ψαριανό μοιρολόι πριν το 1888" από τον ζωγράφο Νικηφόρο Λύτρα. Το θέμα του πίνακα είναι ο θρήνος για το χαμό του ναυτικού που πνίγηκε στη θάλασσα. Σε ένα νησιώτικο σπίτι γυναίκες και παιδιά θρηνούν γύρω από τον κόκκινο σκούφο, ό,τι έχει απομείνει, δηλαδή, από το ναυτικό που χάθηκε. Ο πατέρας, τραγική μορφή, κάθεται στο άκρο δεξιά, σκυφτός. Ένα πρόχειρο εικονοστάσι έχει στηθεί πάνω σε μια καρέκλα δεξιά. Το αναποδογυρισμένο σκαμνί συμβολίζει την απουσία του νεκρού. Η σκηνή αποπνέει έντονη δραματικότητα. Έχει ζωγραφιστεί με απλοποιημένες πινελιές και αραιωμένο χρώμα και αποδεικνύει τις μεγάλες σχεδιαστικές, συνθετικές και εκφραστικές ικανότητες του καλλιτέχνη. Εκτίθεται στην Εθνική Πινακοθήκη (πηγή: https://www.nationalgallery.gr/)


Από: Πανταζή Χριστίνα


Άλλες πηγές και περαιτέρω αναζητήσεις

Σολωμού, Ε. (2020). Οι αντιλήψεις για τον θάνατο στα ελληνικά μοιρολόγια.

Χήτα, Κ. (2014). Τα μοιρολόγια της Μάνης.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις