Φόβος Δέσμευσης: Ποτέ το ναι, πιο συχνά το όχι αλλά και το ίσως

 

 


Στην σημερινή εποχή όλο και περισσότεροι άνθρωποι έρχονται για ψυχοθεραπεία για ζητήματα σχέσεων. Ένα από αυτά, είναι η δυσκολία να βρεθεί μία συντροφική σχέση όπου τα άτομα να επιθυμούν να μοιραστούν καλές στιγμές, να διαπραγματευτούν και να εξελιχθούν μέσα από τις «κρίσιμες» και δύσκολες και όλο και περισσότερο οι άνθρωποι αναφέρουν μοναξιά και απογοήτευση. Οι λόγοι ποικίλοι και η ιστορία του κάθε ατόμου διαφορετική. Σίγουρα όμως τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και η ψηφιακή πραγματικότητα, ο σύγχρονος τρόπος ζωής που είναι πολύ γρήγορος και έντονος, η αναλωσιμότητα ακόμη και ίσως η εξερεύνηση και η ανοιχτότητα στην ποικιλία συντρόφων καθώς και σίγουρα το πλαίσιο που έχει μεγαλώσει κάποιο μαζί με τα πρότυπα σχέσεων ή το περιβάλλον το συναισθηματικό που έχει γαλουχηθεί μέσα σε αυτό μπορεί να οδηγεί όλο και περισσότερο ανθρώπους να πειραματίζονται με τις σχέσεις και όχι να εμβαθύνουν ή να δεσμεύονται.

Πολλά βιβλία αυτοβελτίωσης που εστιάζουν στις σχέσεις προσφέρουν οδηγίες σε συντροφικές σχέσεις που έχουν να αντιμετωπίσουν διάφορα ζητήματα και δημιουργούν οπτικές για να μπορούν να ζήσουν οι άνθρωποι στις σχέσεις διαφορετικά. Όμως λιγότερη προσοχή δίνεται σε εκείνα τα άτομα που βρίσκονται «σε ένα στάδιο πριν». Σε εκείνους τους ανθρώπους που ενώ θα λαχταρούσαν μία συντροφική σχέση, φοβούνται και δεν δεσμεύονται με διάφορους τρόπους: να μένουν μόνοι, να εναλλάσσουν συντρόφους «ψάχνοντας το κάτι καλύτερο» ή να μένουν στις σχέσεις αλλά μουδιασμένοι και απενεργοποιημένοι και δεν ανοίγονται.

Οι άνθρωποι που φοβούνται την δέσμευση. Ένα πολύ συζητημένο φαινόμενο που έρχεται πολλές φορές στις συζητήσεις των ανθρώπων. Άλλοι, επηρεασμένοι από την θεωρία προσκόλλησης του J. Bowlby θα ακούσεις για τους ανθρώπους που μπορεί πιο συνηθέστερα να εκδηλώνουν αυτή την φοβία που τείνουν να εμφανίζουν ένα αποφευκτικό δεσμό προσκόλλησης. Άλλοι θα χρησιμοποιήσουν άλλες ορολογίες, άλλες οπτικές για να προσεγγίσουν το φαινόμενο.

 Αλλά θα εστιάσουμε σε αυτούς τους ανθρώπους, οι οποίοι αν και ερωτεύονται παράφορα και επιθυμούν τα καλά της συντροφικότητας, στην αρχική προσέγγιση θα είναι τρυφεροί, δοτικοί, σαγηνευτικοί, ίσως και να φαίνονται επιβεβαιωτικοί κανονίζουν πλάνα, έχουν συνεχή επικοινωνία, σταδιακά ή και πολύ γρήγορα θα αλλάζουν, θα γίνονται κρύοι, θα χάνονται, θα «απενεργοποιούνται συναισθηματικά», θα βλέπουν  πολύ τα αρνητικά, θα μειώνουν τον άλλον για να τον βγάλουν «μη αρκετό» ή θα αφήνουν θολές τις επικοινωνίες ή ακόμη και θα επιτίθονται και θα αποχωρούν, αφήνοντας στην καλύτερη περίπτωση τον άνθρωπο που εμπλέκονται μπερδεμένο- και στην χειρότερη ανασφαλή, θυμωμένο και υποτιμημένο.

Αυτοί οι άνθρωποι είτε θα οδηγούν την επαφή στο «σβήσιμο» για να την τερματίσει ο άλλος- γιατί δύσκολα θα αποχαιρετούν επαφές, είτε θα λένε «ότι δεν είναι έτοιμοι για σχέση», είτε θα βλέπουν στο άλλο άτομο «ότι δεν είναι το σωστό για εκείνους» και συχνά θα προχωράνε στην επόμενη επαφή γρήγορα, ανεπεξέργαστα και χωρίς επίγνωση του πως εκείνοι λειτουργούν μέσα στις αλληλεπίδραση με τους άλλους. Αρκετοί θα αρνούνται ότι έχουν φόβο δέσμευσης ενώ οι πιθανοί σύντροφοι θα παλεύουν με ασυνέχειες και συγχύσεις στις συμπεριφορές εκείνων και πολλές φορές δεν θα μπορούν να καταλάβουν τι συμβαίνει.

Οι “δαίμονες στην ψυχή τους” συνέχεια ψιθυρίζουν ότι βλέπουν κόκκινα προειδοποιητικά σημάδια κινδύνου, ότι δεν πρέπει να δεχτούν καμία ευθύνη, ότι πρέπει να είναι σε επαγρύπνηση για την ελευθερία τους, και η βαθιά πεποίθηση ότι η κάθε σχέση στο τέλος είναι προδιαγεγραμμένη να αποτύχει και έτσι για να μην απογοητευτούν βαθιά, ετοιμάζουν το έδαφος της όποιας μορφής φυγής «πριν την ώρα τους». Να φύγουν εκείνοι πρώτα για να μην τύχει και φύγουν οι άλλοι.

Ο έλεγχος είναι ένα άλλο χαρακτηριστικό τους και είναι και ένας από τους βασικούς λόγους που θα τερματίσουν μία επαφή πριν γίνει ένας συναισθηματικός δεσμός που θα τους κάνει ευάλωτους. «Τουλάχιστον έτσι έχω τον έλεγχο και δεν γίνομαι πολύ ευαλωτος/η». Παρόλο που δεν θα το έχουν ως σαφή επίγνωση, ο έλεγχος, έστω και σε ένα επίπεδο συνειδητό είναι μία πολύ σημαντική διαδικασία για εκείνους/ες.

 Για τα άτομα με φόβο δέσμευσης είτε εκείνα τα άτομα είτε οι σύντροφοι που «νιώθουν» και είναι εκφραστικοί- είναι ο φόβος και ο τρόμος για εκείνους που πιθανόν να τους κάνει ευάλωτους, εφόσον θα χάσουν τον έλεγχο και πρέπει πάση θυσία να αποφύγουν. Θέλουν τον έλεγχο όπως θέλουν το οξυγόνο να αναπνεύσουν. Αυτός είναι ένας τρόμος που έχει βαθιές σκέψεις- αρκετές φορές και σε συνειδητό επίπεδο- ότι αν αφεθούν στην συναισθηματική εγγύτητα «ο σύντροφος τους θα του κυριεύσει και θα τους καταπιεί και καθυποτάξει»- που αφορα περισσότερο πληγές στις συναισθηματικές σχέσεις με πρωταρχικά πρόσωπα φροντίδας παρά στο παρόν με συντρόφους.

Ένα τυπικό χαρακτηριστικό αυτών των ανθρώπων με φόβο δέσμευσης είναι μία φράση που θα χρησιμοποιήσουν συχνά: “Δεν είμαι έτοιμος/η για σχέση ακόμη”. Δεν δεσμεύονται. Και συχνά αυτό που θα κάνουν- αν προσέξετε η λέξη «ακόμη»- δείχνει μία θολή και ανοιχτή απάντηση: τώρα όχι αλλά ίσως στο μέλλον…ίσως κάποτε.. και αυτό το ανοιχτό μήνυμα μπερδεύει τους υποψήφιους συντρόφους επειδή πέφτει πάνω τους τι θα κρατήσουν από αυτή την φράση: θα κρατήσουν το ότι εκείνοι ανέφεραν ότι δεν είναι τώρα έτοιμοι για σχέση ή…θα κρατήσουν- όπως γίνεται τις περισσότερες φορές- ότι ίσως – και αν προσπαθήσω- θα το καταφέρω και θα είμαστε κάποτε μαζί και θα είναι έτοιμος/η για σχέση;

Βέβαια και εκείνοι που επιλέγουν αυτούς για συντρόφους ψάχνουν πολλές φορές να θεραπεύσουν παιδικά κομμάτια που βίωσαν στις σχέσεις με πρόσωπα φροντίδας που είχαν λάβει ανεπαρκή ή καθόλου συναισθηματική φροντίδα «ότι θα καταφέρουν και θα τους κάνουν να μείνουν και δεν θα τους εγκαταλείψουν» και έτσι ποντάρουν ότι οι πληγές του παρελθόντος θα επουλωθούν. Η αλήθεια είναι ότι μόνο όσοι έχουν φόβο δέσμευσης και αρχικά παραδεχτούν και αποκτήσουν επίγνωση και θέληση να αλλάξουν, μπορεί να γίνει κάτι ενώ διαφορετικά δεν μπορεί κάτι να γίνει «όσο και αν η άλλη πλευρά υπερ- προσπαθεί για να φαίνεται ο κατάλληλος και σωστός σύντροφος». (συνήθως θα πούμε για αυτούς που έχουν ανασφαλή- αγχώδη τύπο προσκόλλησης και έχουν βιώσει εγκατάλειψη από πρόσωπα φροντίδας- που θα μιλήσουμε άλλη φορά για αυτό.)

Αρκετοί πιστεύουν ότι πρέπει να υπάρξει ένα «συγκλονιστικό κλίμα έρωτα» και πάθους για να μπουν σε μία πιθανή συντροφική σχέση, ενώ συνήθως οι συντροφικές σχέσεις εξελίσσονται αργά, και το βαθύ αίσθηση εγγύτητας, τρυφερότητας και έλξης πιθανά να αναπτύσσεται αργότερα. Συνήθως στις αρχές οι άνθρωποι προβάλλουν τις ανεκπλήρωτες συναισθηματικές τους επιθυμίες στο αντικείμενο αγάπης που όταν θα έρθει η πραγματικότητα, η ανασφάλειες, η πρόσκληση για βαθύτερη δέσμευση πολλά από αυτά τα αισθήματα δεν κρατούν και ξεθυμαίνουν. Όχι ότι απαραίτητα αν κάποιος ερωτευτεί στην αρχή σημαίνει ότι δεν μπορεί να εξελιχθεί σε μία συντροφική σχέση δέσμευσης στην πορεία, αλλά ούτε το να ερωτευτεί κάποιος στην αρχή σημαίνει ότι θα είναι μία ικανοποιητική ένδειξη ότι όταν έρθει και η πραγματικότητα με τις «κρίσεις της» που θα βάλουν την σχέση σε στάδια εμβάθυνσης, ότι θα κρατήσει.

Ενώ οι άνθρωποι που θα ξεκινήσουν μία συσχέτιση και επιθυμούν να σχετιστούν γνωρίζουν ότι είναι ένα ταξίδι γνωριμίας ή το μαθαίνουν σταδιακά και μένουν, οι άνθρωποι που παλεύουν με φόβο δέσμευσης δεν αφήνουν τα πράγματα να πάνε τόσο μακριά. Ο φόβος δέσμευσης πάντα διατηρεί ένα ‘προστατευτικό’ δίκτυ ασφαλείας και εκείνος/η δεν θα εμπλακούν αυθεντικά με το σύντροφο ή θα αποφεύγουν τελείως τις συντροφικές σχέσεις. Μπορεί οι συμπεριφορές τους προς τον σύντροφο να έχουν τα μηνύματα «Όχι», «Ναι και όχι» ή «Ίσως» αλλά ποτέ δεν θα περιέχουν το «ναι».

Ένας λόγος που θα γίνεται αυτό από αυτούς τους ανθρώπους είναι ότι αν δεσμευτούν, θα εγκαταλειφθούν και δεν θα έχουν τους μηχανισμούς άμυνας να επανέλθουν. Ενώ πολλοί που δεν έχουν φόβο δέσμευσης ή μπορεί και να έχουν αγωνίες για αυτό αλλά επιθυμούν να ρισκάρουν και να μπουν με διάθεση να σχετιστούν, γνωρίζουν ότι μπορεί κάτι «να μην πάει καλά και να στεναχωρηθούν» και ξέρουν ότι αξίζει να δώσουν στον εαυτό τους την ευκαιρία διότι θα επιβιώσουν αν κάτι δεν πάει καλά και θα επανέλθουν κάποια στιγμή και βρουν έναν επόμενο σύντροφο που θα μπορούσε να πάει καλύτερα.

Η εσωτερική αυτό πεποίθηση είναι μία συνθήκη σημαντική που καθορίζει κατά πόσο κάποιος νιώθει ικανός ότι μπορεί – ή όχι- κάποιον άλλο. Και αυτό αποτελεί μία σημαντική συνθήκη διότι χωρίς αυτό εκτίμηση και αυτό πεποίθηση και εμπιστοσύνη στον εαυτό δεν μπορεί να υπάρξουν τα εργαλεία και το πλαίσιο εμπιστοσύνης στον άλλο. Και αυτό σε ένα επιφανειακό επίπεδο μπορεί να βγαίνει προς τα έξω με μία ισχυρή διάθεση για ελευθερία ατομική που μπορεί να θεωρούν ότι το να μπούν σε μία σχέση δέσμευσης θα τους εγκλωβίσει και θα απειλήσει καθοριστικά την αίσθηση του εαυτού. Και αυτό θα το νιώσουν έντονα όταν μία επαφή «σοβαρεύει» ή έχει τα χαρακτηριστικά να γίνει πιο δεσμευτική. Όταν αντί να λάβουν την σχέση ως «δεσμός και συναισθηματική επαφή» το λαμβάνουν ως δεσμά και όχι αλυσίδες εγκλωβισμού.

Και αυτός ο φόβος δέσμευσης μπορεί να εμφανίζεται με πολλά προσωπεία. Κάποιοι που δεν έχουν συναισθηματικούς δεσμούς ασφάλειας μπορεί να διψούν για επαφή και θα βρίσκονται να φεύγουν από την μία σχέση και να «μεταπηδούν στην άλλη» αμέσως μετά, χωρίς καμία επεξεργασία ψάχνοντας «για τον ιδανικό σύντροφο».  Άλλοι θα βρίσκονται σε γάμους και μακροχρόνιες δεσμεύσεις αλλά με πολλά μέσα και τρόπους θα κρατούν το σύντροφό τους σε συναισθηματική απόσταση για να έχουν μία «δικλείδα ασφαλείας» ότι θα μπορούν να το σκάνε όταν πιέζονται. Ενώ άλλοι γίνονται εραστές και μένουν σε προσωρινές καταστάσεις ερωτικά μένοντας περισσότερο μόνοι.

Οι συζητήσεις των ανθρώπων με φόβο δέσμευσης με τους (πιθανούς) συντρόφους έχουν συνήθως παρόμοια χαρακτηριστικά. Οι σύντροφοι των ανθρώπων αυτών επιθυμούν να συζητούν και  τα άτομα με φόβο δέσμευσης που προσπαθούν να τα αποφύγουν. Αγχώνονται με τέτοιες πιθανές καταστάσεις επειδή υπάρχει η πιθανότητα σύγκρουσης και αυτό αποτελεί μία στρεσογόνα συνθήκη επειδή οι συνομιλητές/τριες περιμένουν καθαρές τοποθετήσεις και θέσεις, κάτι που εκείνοι παλεύουν να αποφύγουν. Τα άτομα που φοβούνται την δέσμευση έχουν σοβαρή δυσκολία να εμπιστευτούν τους άλλους επειδή κυρίως το βρίσκουν δύσκολο να μιλήσουν ειλικρινά και πολλές φορές δεν γνωρίζουν τι ακριβώς θέλουν. Τείνουν να είναι περισσότερο αναποφάσιστοι και δεν δεσμεύονται, έχουν όχι μόνο προς τον άλλο- δηλαδή εξωτερική σαφήνεια- αλλά και προς τον ίδιο τους τον εαυτό.

Κάποιος θα μπορούσε να γίνει «δικηγόρος του διαβόλου» και να θέσει την εξής ερώτηση: “Θα πρέπει ντε και καλά οι άνθρωποι να ζουν σε μόνιμες σχέσεις; Άλλωστε υπάρχουν ένα σωρό άλλα πράγματα που κάποιος μπορεί να περνά καλά πέρα από μία μόνιμη συντροφική σχέση”. Φυσικά και μπορούμε να το δεχτούμε αυτό. Κάποιος μπορεί να έχει μία ζωή με νόημα χωρίς να πρέπει «να εκπληρώσει αυτό το κουτάκι» ή σε φάσεις τουλάχιστον χρονικές να είναι πολύ καλά με αυτό.

 Ωστόσο όσοι έχουν φόβο δέσμευσης δεν είναι κάτι που ενέχει εσωτερική ελευθερία επιλογής, αλλά στην ουσία περιορισμό γιατί ο φόβος τους οδηγεί στο να ζουν σε αυτές τις επιλογές και όχι η ελευθερία επιλογής που θα είχε και μία συνειδητοποίηση. Και γι’αυτό πολλοί από αυτούς το ελάχιστο θα μπερδέψουν πολλούς υποψήφιους συντρόφους και θα τους αφήσουν ματαιωμένους στο τέλος: γιατί μεταδίδουν σε πολλές περιπτώσεις μπερδεμένα μηνύματα. Θα επιθυμούν να έρθουν κοντά και να σχετιστούν αλλά και ταυτόχρονα θα απομακρύνονται. Ή δεν θα έρχονται τόσο κοντά ή θα απενεργοποιούνται συναισθηματικά για όποιο λόγο.

Τι θα μπορούσε να βοηθήσει τους ανθρώπους με φόβο δέσμευσης να μειώνουν τους φόβους και να δίνουν την ευκαιρία να μειώνουν εσωτερικές εντάσεις και διλήμματα και να μπαίνουν πιο βαθιά σε μία συναισθηματική επαφή; Το πρώτο είναι η αύξηση της αυτό- επίγνωσης. Που σημαίνει ότι κάποιος αντιλαμβάνεται με τον τρόπο που λειτουργεί σε μία ερωτική επαφή ότι είναι αρκετά φοβισμένος/η και ότι θα υιοθετήσει κάθε πιθανή συμπεριφορά και δράση για να αποτρέψει μια περισσότερη συναισθηματική εμπλοκή.

Και δεύτερον, ότι αυτός ο μεγάλος φόβος για δέσμευση και εγγύτητα με ένα άλλο πρόσωπο που φέρνει σκέψεις εξάρτησης δεν απορρέει από το «παρόν του ατόμου» αλλά αποτελούν εμπειρίες που έχουν τις ρίζες στην παιδική ηλικία και στα πρωταρχικά πρότυπα φροντίδας, που τότε ήταν πραγματικά εξαρτημένο. Συνεπώς αυξάνοντας την αυτοεπίγνωση και έχοντας καλή επαφή με τον εαυτό, μπορεί να προβεί εν καιρώ σε απαραίτητες αλλαγές. Και σε αυτό το πλαίσιο θα βοηθήσει η ψυχοθεραπεία αρχικά διότι θα αποτελέσει η ίδια η σχέση ένα πλαίσιο συναισθηματικής εγγύτητας που το άτομο με φόβο δέσμευσης θα δυσκολευτεί και μετέπειτα θα μπορέσει – εφόσον εγκατασταθεί η σχέση εμπιστοσύνης και εφόσον και εκείνο θέλει- να αποκτήσει την αυτοεπίγνωση, την βουτιά στο παρελθόν και τις αλλαγές στην ζωή του για να απολαμβάνει τις σχέσεις χωρίς να νιώθει εγκλωβισμένο, μα ελεύθερο με επιλογές.

 

Από: Χριστίνα Πανταζη

 

Πηγή: Το βιβλίο « Yes, No, Maybe: How to recognise and overcome fear of commitment help for those affected and their partners”- Stefanie Stahl

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις