Φοβάμαι να πεθάνω, δεν ξέρω πως πεθαίνουν βοήθα με!

 



απόσπασμα από το βιβλίο "Ο μύχιος θάνατος"- De Hennezel, Marie. Εκδόσεις Synergie

 

(Ιστορίες μίας ψυχολόγου που εργάζεται σε μία κλινική, ανακουφιστικής φροντίδας ανθρώπων με σοβαρές ασθένεις που βρίσκονται αντιμέτωποι τελεσίδικα με τον θάνατο)

 

 

"...    Στην απογευματινή μας συνάντηση, συζητάμε γι’ αυτήν τη βαριά και τεταμένη ατμόσφαιρα, την τόσο θλιβερή, που βασιλεύει μερικές φορές στα δωμάτια των αρρώστων. Δεν περιθάλπουμε μόνο άτομα στο τέλος της ζωής τους, δεχόμαστε και χρόνιες προβληματικές καταστάσεις στις οικογενειακές σχέσεις των ατόμων αυτών, που αποκαλύπτουν τις ανεπάρκειές τους, τη φτώχια τους. Γιατί δεν μπορούμε τίποτα να κρύψουμε όταν μένει τόσο λίγος χρόνος, όταν όλα όσα καλύπτει αυτός ο πέπλος της σιωπής φαίνονται τόσο ασήμαντα. Η σιωπή, όταν ο εσωτερικός μας κόσμος έχει ριζώσει στην καρδιά του άλλου και έχουμε την αίσθηση μιας ουσιαστικής επικοινωνίας, μπορεί να είναι ευλογία. Αλλά γι’ αυτούς που τους χωρίζει μια άβυσσος; Γι’ αυτούς που δεν έκαναν τον κόπο να ανακαλύψουν ποιο είναι στην πραγματικότητα το άτομο που είναι ξαπλωμένο εδώ, και πεθαίνει, αυτή η σιωπή γίνεται αγεφύρωτο χάσμα, μια σωστή κόλαση. Τι μπορούμε τότε να κάνουμε γι’ αυτό; Όχι και πολλά πράγματα.

  Αλλά η αδυναμία, όταν την αποδεχτούμε για πολλοστή φορά, το ξέρουμε, είναι η δύναμή μας. Το να συνεχίζουμε να κάνουμε αυτό που μπορούμε κάτω από συνθήκες πλήρους ρους αδυναμίας, έχει παραδόξως δραστικό αποτέλεσμα.

  Το να γνωρίζουμε τα όριά μας, το να τα αποδεχόμαστε, και να συνεχίζουμε να προσφέρουμε αυτό που μπορούμε, το χαμόγελό μας, τη δική μας χαρά της ζωής, την εμπιστοσύνη μας, μπορεί να φαίνεται ξεπερασμένο, να αποπνέει θρησκευτική ηθική.

  Ωστόσο, πρόκειται για ένα πρότυπο αποτελεσματικής συμπεριφοράς, που έχει δείξει την αξία του. Ο καθένας μας προσπαθεί να το τηρήσει όσο πιο πιστά μπορεί, με ταπεινοφροσύνη. Αυτό δεν μας εμποδίζει να νιώσουμε στιγμές κατάθλιψης, αποθάρρυνσης, εξάντλησης. Τι πιο φυσικό; Ποιος δεν βρήκε σε τέτοιες στιγμές κάποιον, ή έστω και μια χειρονομία ή μια κουβέντα που να τον βοηθήσει; Μια εθελόντρια που στον ελεύθερο χρόνο της μπορεί να καπνίσει μαζί σας ένα τσιγάρο και να σας ακούσει. Ένα ενθαρρυντικό γράμμα μιας οικογένειας που πενθεί, ακόμα και το χαμόγελο των αρρώστων, που έχουν τη δύναμη να εμψυχώνουν το νοσηλευτικό προσωπικό και εμείς πολλές φορές το ξεχνάμε. Ακριβώς όπως ο δρ. Κλεμάν που χαίρεται γιατί η Μαρί-Φρανς φαίνεται να έχει αλλάξει στάση. Αποδέχεται, μας λέει, να ζήσει μαζί μας τις τελευταίες της στιγμές. Φαίνεται πως έχει καταλάβει το πνεύμα της κλινικής και είναι πολύ ευχαριστημένη. «Έπρεπε να φτάσω μέχρι εδώ για να ανακαλύψω πως υπάρχει καλοσύνη», είπε χτες το βράδυ σε μια από τις εθελόντριες, που τη βοήθησε να φάει το βραδινό της φαγητό.

 

************************

 

  Συχνά, μένω έκπληκτη με τα φαινόμενα συγχρονικότητας, με αυτές τις χαρακτηριστικές συμπτώσεις, μ’ αυτούς τους αόρατους δεσμούς ανάμεσα σ’ εμάς και τα πράγματα. Ακούγοντας αυτά τα λόγια της Μαρί-Φρανς, τα σχετικά με την καλοσύνη, σκέφτηκα ξαφνικά να πάω να δω τη Σαρλότ.

  Όπως και η Μαρί-Φρανς, η Σαρλότ υποφέρει κι αυτή με τη σωματική της παραμόρφωση. Όπως και σ’ εκείνη, το αίσθημα της ντροπής που ένιωθε έντονα κατά την άφιξή της στην κλινική, σιγά σιγά αμβλύνθηκε. Σ’ αυτό συντέλεσε καθοριστικά και ο τρόπος με τον οποίο τη φροντίζουν οι νοσηλεύτριες. Σήμερα το απόγευμα, εκεί που καθόμουν δίπλα της, ήρθε και κούρνιασε στην αγκαλιά μου. Τη νανουρίζω τρυφερά: «Φοβάμαι να πεθάνω, δεν ξέρω πώς πεθαίνουν, σε παρακαλώ, βοήθησέ με!»

  Μένω άφωνη. Ούτε και εγώ ξέρω πώς πεθαίνουν. «Μου φαίνεται ότι είναι πολύ πιο εύκολο απ’ ό,τι το φανταζόμαστε. Θα έλεγα ότι συμβαίνει από μόνο του. Ίσως να υπάρχει κάτι μέσα μας που «ξέρει», της απαντώ.

  Με κοιτάζει με τα μεγάλα της μάτια, βυθισμένα μέσα στις βαθιές τους κόγχες. Ξαφνικά, απλώνει το χέρι της στο λαιμό μου και πιάνει τον αιγυπτιακό σταυρό που φοράω, αυτόν που λέγεται και κλειδί της ζωής ή το κλειδί της Ίσιδος. Θέλει να μάθει τι σημαίνει αυτό. Της μιλώ για τα ανάγλυφα των αιγυπτιακών τάφων, όπου βλέπουμε τους νεκρούς να διασχίζουν τον κάτω κόσμο, κρατώντας το κλειδί της ζωής, ώσπου να ανέλθουν ξανά στο φως. Και έπειτα προσθέτω: «Ο καθένας μας έχει το δικό του κλειδί της ζωής που θα τον βοηθήσει να αντιμετωπίσει τον θάνατο. Θα βρεις και εσύ το δικό σου».

  Η Σαρλότ χώθηκε πιο βαθιά στην αγκαλιά μου. Μου λέει πως νιώθει μια γλυκιά ζεστασιά μέσα της, μια επιθυμία να αγαπήσει: «Αισθάνομαι ότι έχω ακόμα πολύ αγάπη να δώσω». «Αυτό θα σε βοηθήσει καλή μου, δεν μπορείς πια να κάνεις και πολλά πράγματα, έτσι όπως είσαι καθηλωμένη στο κρεβάτι, αλλά να εξωτερικεύσεις αυτή την αγάπη που νιώθεις μέσα σου, αυτό ναι, μπορείς να το κάνεις», της λέω καθώς έφευγα..."

**********


Περίληψη Βιβλίου: 

Τη στιγμή που ο θάνατος βρίσκεται πολύ κοντά, όταν η θλίψη και η ταλαιπωρία κυριαρχούν... μπορεί ακόμα να υπάρχει ζωή, χαρά, πρωτόγνωρη ψυχική ανάταση; Η Marie de Hennezel στο βιβλίο "Ο μύχιος θάνατος" περιγράφει την εμπειρία της από την συνοδεία των ετοιμοθάνατων. Άλλοτε προσωπική εμπειρία, όταν ο θάνατος χτυπάει την πόρτα μερικών φίλων της, και άλλοτε επαγγελματική εμπειρία, μέσα στα πλαίσια μιας κλινικής πόνου και μιας κλινικής λοιμωδών νόσων (aids). Μοιράζεται μαζί μας τον πλούτο και την συναισθηματική φόρτιση των τελευταίων στιγμών, εκείνων που παραμένουν ζωντανοί μέχρι το τέλος, και αποδεικνύονται αριστοτέχνες παρά την ταπεινότητα μέσα στην οποία τους βύθισε ο πόνος.






Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις